- Ψαλίδας, Αθανάσιος
- (Ιωάννινα 1767 – Λευκάδα 1829). Δάσκαλος του Γένους. Από παλαιά και εύπορη ηπειρωτική οικογένεια, ο Ψ. έμαθε τα πρώτα και τα εγκύκλια γράμματα στα Ιωάννινα και αργότερα (μετά το 1785) στη Νίζνα και στην Πολτάβα της Ρωσίας, όπου ήταν εγκατεστημένα τα αδέλφια του. Από το 1787 βρίσκεται στη Βιέννη. Σπουδάζει φιλοσοφία και φυσικές επιστήμες, ενώ συγχρόνως διδάσκει ελληνικά και συγγράφει μια σειρά διδακτικά εγχειρίδια (γραμματικής, ρητορικής, γεωγραφίας, αριθμητικής, ιστορίας, ηθικής κλπ.) μεταφράζοντας προφανώς και διασκευάζοντας ξένα αντίστοιχα έργα. Το 1791 δημοσιεύει το βιβλίο του Αληθής ευδαιμονία, ήτοι βάσις πάσης θρησκείας, που αναφέρεται στα μεταφυσικά προβλήματα του Θεού, της ψυχής, της ελευθερίας του ανθρώπου κλπ. Ο Ψ. δίνει γενικά λύσεις συντηρητικές και αποκρούει τις καινοφανείς απόψεις των εχθρών της θρησκείας, καθώς είναι ο Ρουσό, ο Βολτέριος, ο Ελβέτιος κ.ά. Είναι ακόμα, φαίνεται, υπό την επίδραση των Ρώσων δασκάλων του και πιθανότατα του Ευγένιου Βούλγαρη. Τον ίδιο χρόνο άλλωστε δημοσιεύει την επιστολή του Βούλγαρη κατά του Χριστοδούλου του Ακαρνάνα. Έγγραφα που δημοσιεύτηκαν τελευταία αποκαλύπτουν επίσης ότι ο Ψ. όχι μόνο ήταν τότε αντίθετος στις αρχές του Διαφωτισμού και της Γαλλικής επανάστασης, αλλά και συνεργαζόταν με την αυστριακή αστυνομία στην καταδίωξη των γαλλοφρόνων ταραξιών. Το 1793/1794 όμως πέρασε, φαίνεται, κάποια εσωτερική κρίση, που τον έκανε να αναθεωρήσει ριζικά τους πνευματικούς του προσανατολισμούς και τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Αφορμή ήταν πιθανόν η ρωσοτουρκική συνθήκη του Ιάσιου (1792), που διαψεύδει για μια ακόμα φορά τις ελπίδες των Ελλήνων στην ομόδοξον δύναμιν του βορρά και στο περίφημο Ελληνικό Σχέδιο της Μεγάλης Αικατερίνης (για την οποία ο Ψ. είχε δημοσιεύσει το 1792 ένα εγκωμιαστικό φυλλάδιο). Έτσι το 1795 ο Ψ. εμφανίζεται εντελώς ευθυγραμμισμένος με τις αρχές του Διαφωτισμού: Προαναγγέλλει ένα εγχειρίδιο Πειραματικής φυσικής «κατά τους νεότερους φυσικούς και χυμικούς», μια πραγματεία περί του Δικαίου της φύσεως (που απηχεί τον Ρουσό) και μια Λογική «κατά το σύστημα του περίφημου Φέδερ και του περιπύστου ανά πάσαν την Ευρώπην Γερμανού Καντίου». Ο Ψ. είναι ο εισηγητής της καντιανής φιλοσοφίας στην Ελλάδα. Πάταγο προκάλεσε ένα μικρό βιβλιαράκι του με τον περίεργο τίτλο Καλοκινήματα, ήτοι εγχειρίδιον κατά φθόνου και κατά της Λογικής του Ευγενίου... (1795), όπου ο Ψ. καταγγέλλει όχι μόνο τον Ευγένιο Βούλγαρη –τον κορυφαίο τότε λόγιο του ελληνισμού– ως ψευδοφιλόσοφο, που συγχέει τη φιλοσοφία με τη θεολογία, ως ψευδοπατριώτη, που σιτίζεται στα ρωσικά πρυτανεία, αλλά και ολόκληρη την επίσημη πνευματική ηγεσία του Γένους, «τους υποκριτάς και κόλακας ... και αγύρτας», που εμποδίζοντας το Γένος να ακολουθήσει τον δρόμο της «φωτισμένης Ευρώπης» το καταδικάζουν σε αιώνια αμάθεια και βαρβαρότητα. Ο Ψ. είναι αποφασισμένος να δουλέψει στο εξής για τον φωτισμό του Γένους. Γι’ αυτό δεν δέχεται μια θέση καθηγητή της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Πέστης, αλλά επιστρέφει στην πατρίδα, θα διδάξει 25 ολόκληρα χρόνια στα Γιάννενα (1795-1820), κυρίως στην Καπλαναία Σχολή, που ιδρύθηκε με δική του πρωτοβουλία, και θα αναδειχθεί ένας από τους πλέον δραστήριους εργάτες του ελληνικού Διαφωτισμού. Μαζί με τον Ιωάννη Κωλέτη, τον Γεώργιο Σακελλάριο, τον Κυρίτση Καραγιάννη, τον Διονύσιο Ταγιαπέρα και κυρίως με τον Βηλαρά συζητεί και προωθεί σχέδια για την πνευματική και την εθνική αφύπνιση του Γένους. Για τα ίδια θέματα αλληλογραφεί με τον Αθανάσιο Χριστόπουλο και τον Χριστόφορο Περραιβό. Όλοι τους άλλωστε συνδέονται με κοινούς προσανατολισμούς: δημοτικιστές, οπαδοί του Διαφωτισμού, γαλλόφρονες, θαυμαστές του Ρήγα και ακόμα –οι περισσότεροι– άνθρωποι του στενού περιβάλλοντος του Αλή πασά, τον οποίο επηρεάζουν σημαντικά. Όλοι τους επίσης δέχτηκαν επιθέσεις από τους συντηρητικούς λογίους και τον κλήρο ως άθεοι και βολτερόφρονες. Ο Ψ. μάλιστα πιστευόταν πως ήταν «το στήριγμα των εν Ιωαννίνοις ελευθεροφρονούντων» και εκείνος που «εσήκωσε το φλάμπουρο του νατουραλισμού» (= φυσιοκρατίας). Πληθωρικός και πολυπράγμων από τη φύση του, ο Ψ. αναμειγνύεται επίσης στα κοινά ως αιρετοκριτής (ανεπίσημος δικαστής που δίκαζε με βάση το εθιμικό λαϊκό δίκαιο), ως διπλωματικός απεσταλμένος του Αλή πασά, ως ξεναγός και διερμηνέας των Ευρωπαίων περιηγητών και διπλωματών που επισκέπτονται την Ήπειρο. Φιλικός τα τελευταία χρόνια πριν από την Επανάσταση, εκμεταλλεύεται όσο είναι δυνατόν τη ρήξη μεταξύ Αλή πασά και Πύλης, συλλέγει χρήματα οργανώνει ενόπλους. Το έργο αυτό θα συνεχίσει και μετά την καταστροφή των Ιωαννίνων (1820) και τη φυγή του στα Ζαγοροχώρια. Το 1822 περνάει στην Κέρκυρα, όπου, κρυφά από την αγγλική διοίκηση, στρατολογεί και εξοπλίζει με δικές του δαπάνες Σουλιώτες και Χιμαριώτες πρόσφυγες και τους προωθεί στην επαναστατημένη Ελλάδα. Αλληλογραφεί επίσης με τα φιλελληνικά κομιτάτα του εξωτερικού και στέλνει αλλεπάλληλα υπομνήματα στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, στα οποία τονίζει την ανάγκη να επεκταθεί η Επανάσταση στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία, για να μη μείνουν οι περιοχές αυτές έξω από τα σύνορα του εκκολαπτόμενου ελληνικού κράτους. Ένα ανάλογο υπόμνημα –με εξαιρετικά πολύτιμες δημογραφικές πληροφορίες για την Ήπειρο– έστειλε αργότερα και στον Καποδίστρια. Για τη δράση του αυτή και για τα αντιαγγλικά του αισθήματα τον άφησαν επιδεικτικά έξω από το καθηγητικό προσωπικό της νεοσύστατης Ιονίου Ακαδημίας. Ανακηρύχθηκε μόνο επίτιμος διδάκτορας. Τους τελευταίους μήνες της ζωής του υπηρέτησε ως διευθυντής του Ελληνικού Λυκείου της Λευκάδας.
O Ηπειρώτης λόγιος Αθ. Ψαλίδας.
Dictionary of Greek. 2013.